Όταν οι ηλικιωμένοι της Φλώρινας δεν είχαν συντάξεις
Γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης |
«Να έχεις καλά γεράματα» είναι μια ευχή, που την έλεγαν και τότε και την λένε και τώρα. Το “τότε” με το “τώρα” όμως διαφέρουν πολύ. Τότε ηλικιωμένοι ήταν όσοι ήταν από 40 ετών και άνω. Διαβάζομε συχνά σε παλιές εφημερίδες: «Απεβίωσε ηλικιωμένος ετών 45». Και πράγματι ένας σαραντάρης είχε κλείσει τον κύκλο της ζωής του, καθώς τότε παντρεύονταν έφηβοι, έκαμναν παιδιά, τα παιδιά τους παντρεύονταν και αποκτούσαν εγγόνια. Παππούδες και γιαγιάδες λοιπόν, πριν ακόμη ασπρίσουν τα μαλλιά τους.
Μια πανελλήνια στατιστική έρευνα, που καλύπτει την περίοδο 1920-1940, δηλώνει ότι το 9% του πληθυσμού ήταν άνω των 60 ετών. Πράγματι, τότε οι άνθρωποι πέθαιναν νωρίς εξ αιτίας ασθενειών, που σήμερα θεραπεύονται. Το 9% των ηλικιωμένων άνω των 60 ετών αντιστοιχεί σε 4.500 ηλικιωμένους στον νομό μας, αν υποθέσουμε ότι ο νομός Φλωρίνης είχε τότε 50.000 πληθυσμό. Σήμερα οι ηλικιωμένοι στον νομό μας είναι περίπου το μισό του συνολικού πληθυσμού.
Τα χρόνια εκείνα τα παλιά συντάξεις γήρατος δεν υπήρχαν. Τα ασφαλιστικά ταμεία εμφανίστηκαν στην δεκαετία του 1930, με εξαίρεση τον ΟΓΑ, που ιδρύθηκε το 1961, και τα ταμεία των δημοσίων υπαλλήλων, που υπήρχαν από παλιά. Όμως Φλωρινιώτες δημόσιοι υπάλληλοι δεν υπήρχαν. Οι λίγοι Φλωρινιώτες, που τελείωναν το εξατάξιο γυμνάσιο άρχισαν να εργάζονται στο δημόσιο στην δεκαετία του 1930, και αρκετοί μετά τον πόλεμο. Υπήρχαν βέβαια και τα ταμεία των ιατρών και δικηγόρων από παλιά. Γενικά όμως, οι συντάξεις άρχισαν να χορηγούνται στην Φλώρινα, μεταπολεμικά και κυρίως μετά το 1960, σε όσους είχαν ασφαλιστεί. Προπολεμικά είχαν δοθεί μερικές πενιχρές συντάξεις, που ήταν τιμητικές, σε αναπήρους πολέμου και αγωνιστές του Μακεδονικού Αγώνα και του Βορειοηπειρωτικού Αγώνα.
Στα χρόνια της τουρκοκρατίας η λέξη «σύνταξη» ήταν άγνωστη λέξη. Τότε όμως υπήρχε ένα σύστημα ιεραρχίας στην οικογένεια, που εξασφάλιζε εξουσία στους ηλικιωμένους. Αρχηγός της οικογενείας ήταν ο παππούς. Τίποτε δεν γινόταν στο σπίτι αν δεν το ενέκρινε ο παππούς. Τότε βέβαια οι οικογένειες ήταν πατριαρχικές και κυρίως στα χωριά. Μια οικογένεια στο χωριό αποτελούνταν από περισσότερα από 20 μέλη. Ζούσαν όλοι μαζί, και ο παππούς κάθε πρωί συγκέντρωνε όλα τα μέλη και μοίραζε τις δουλειές της ημέρας. Η γιαγιά ήταν αρχηγός των γυναικών. Οι γέροι τότε είχαν την καλύτερη μερίδα του φαγητού και διαχειρίζονταν τα χρήματα της οικογενείας. Οι εξουσία αυτή των γερόντων των χωριών τους εξασφάλιζαν καλά γεράματα, καθώς όλα τα μέλη πειθαρχούσαν σε αυτούς.
Στην πόλη οι οικογένειες ήταν μικρότερες. Και εδώ αρχηγός της οικογένειας ήταν ο παππούς. Αυτός με τα παιδιά του εργάζονταν στο μαγαζί. Ο παππούς διαχειριζόταν τα πάντα και όλοι υπάκουαν σε αυτόν. Οι γέροι της πόλης πέθαιναν όρθιοι στα μαγαζιά τους, επειδή εργάζονταν μέχρι τα τελευταία τους.
Αυτή η ισορροπία υπήρχε μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, τότε που άρχισε η μετανάστευση προς την Αμερική αρχικά και μετά προς την Αυστραλία. Αλλά και οι πόλεμοι έφεραν πολλά δεινά. Η εκστρατεία στην Μικρά Ασία, ο ελληνο-ιταλικός πόλεμος και ο εμφύλιος πόλεμος, έκαναν πολλά σπίτια να πενθήσουν και να χάσουν τους νέους τους, αυτούς που θα στήριζαν τους γέρους του σπιτιού, που τότε δεν είχαν καμία σύνταξη.
Αλίμονο στην οικογένεια που είχε χάσει τους νέους άνδρες της ή είχαν μεταναστεύσει και ξέχασαν τις υποχρεώσεις τους. Οι οικογένειες αυτές βυθιζόταν στην φτώχεια, και μόνο η εκκλησία πρόσφερε κάτι, και καμιά φορά η Κοινωνική Πρόνοια, που τότε είχε αρχίσει να στηρίζει τους μη έχοντες.
Οι εκκλησίες γέμιζαν από ανήμπορους γέρους, από αυτούς που δεν είχαν κανέναν να τους στηρίξει και περίμεναν να πάρουν τα κόλλυβα των μνημόσυνων, που ήταν το φαγητό της Κυριακής. Πολλοί από αυτούς, που κάποτε ήταν έντιμοι εργαζόμενοι, αναγκάζονταν να απλώσουν το χέρι τους για να ζητήσουν ελεημοσύνη, στα προαύλια των ναών. Φτώχεια και γεράματα. Χειρότερα και από την χειρότερη κατάρα.
Το 1967, Μητροπολίτης Φλωρίνης έγινε ο Αυγουστίνος Καντιώτης, που ήταν πολύ ευαίσθητος σε τέτοια θέματα. Αμέσως οργάνωσε συσσίτια και μέριμνα για τους μοναχικούς ηλικιωμένους, και λίγο αργότερα, το 1969, ίδρυσε το Γηροκομείο της Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης, όπου βρήκαν καταφύγιο οι ταλαιπωρημένοι γέροντες και γριές και πέρασαν ευχάριστα το τελευταίο στάδιο της ζωής τους.
Στην δεκαετία του 1970 αυξήθηκαν οι συνταξιούχοι, και μετά την δεκαετία του 1980 δεν έμεινε κανείς ανασφάλιστος. Συντάξεις γήρατος, όσων εργάστηκαν, αλλά και γι αυτούς που δεν ασφαλίστηκαν ποτέ, δόθηκαν συντάξεις υπερηλίκων, αναπηρικές, εθνικής αντίστασης κλπ. Πολλοί έπαιρναν δυο και τρεις συντάξεις, αυτοί που δεν είχαν πληρώσει ούτε ένα ένσημο. Τότε εμφανίστηκαν και οι ονομαζόμενες “μαϊμού” συντάξεις, που τις έπαιρναν κάποιοι, χωρίς να τις δικαιούνται. Συντάξεις έστελναν και στο εξωτερικό, σε ανθρώπους που δεν είχαν καμιά σχέση με το ασφαλιστικό μας σύστημα. Οι συντάξεις είχαν γίνει ψηφοθηρικό δόλωμα. Οι σπατάλες αυτές, καθώς και η κακή διαχείριση των χρημάτων των ασφαλιστικών ταμείων, έκαναν να καταρρεύσει το ασφαλιστικό μας σύστημα.
Οι συντάξεις όμως είναι ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της κοινωνικής πολιτικής του 20ου αιώνα. Στην Φλώρινα, για τους περισσότερους, έκαναν την εμφάνισή τους στην δεκαετία του 1960. Με τις συντάξεις έγιναν όλοι οικονομικά ανεξάρτητοι, σε μια εποχή που οι νέοι ελάχιστα ενδιαφέρονται για τους ηλικιωμένους.
Διαβάστε επίσης: H επίδοση των πρώτων βιβλιαρίων συντάξεων του ΟΓΑ στη Φλώρινα το 1962