Εις μνήμην Κώστα Λούστα του Θεοδώρου | από Κώστα Λούστα του Νικολάου
Το μπέρδεμα με το «ολόκληρο ίδιο ρε ρουφιάνε» όνομά μας !
Ιστορία 1η
Που λες εκεί στα 14 μου, στα πρώτα μαγουλόχνουδα, μέσα στις ζαλιστικές από ευωδιές, μέλισσες και πεταλούδες φλωρινιώτικες Άνοιξες, Πάσχα ήταν, με βρίσκει ο δεύτερος μεγάλος έρωτας της παντελώς αδιάφορα πολυτάραχης, γενικά, ζωής μου! Για τον πρώτο δεν μιλάμε, ως εκτός θέματος. Ήταν Αθηναία …βεβαίως! με γονείς Φλωρινιώτες και ας το πούμε ρε γαμώτο, γιατί τόσα χρόνια θα σκάσω, εδώ η U.S.A. και μετά 20 χρόνια τα βγάζει όλα στην φόρα, ανεψιά πολύ γνωστών ταβερνιάρηδων της θεοσεβούμενης πόλης μας!
Άλλα δεν έχει! Να τα βρείτε μόνοι σας.
Έρως κεραυνοβόλος, αμοιβαίος και ανομολόγητος μέχρι που ήρθε το πρώτο γράμμα από Αθήνα. Μου το φέρνει η μαμά Χρυσούλα πρωί-πρωί στο κρεβάτι, μέσα σε εκείνον τον γλυκό, όλο σάλια ύπνο.
– Κωστάκη, γράμμα, μου λέει και μου τ’ αφήνει μισοέξω, κάτω από το μαξιλάρι. Ήταν το πρώτο γράμμα της ζωής μου! Με το μισό του ενός ματιού διαβάζω: «Αγαπημένε μου…»! Δεν συνεχίζω λες και κει, μέσα σ αυτές τις δυο λεξούλες ολοκληρώθηκε όλος ο σκοπός της ύπαρξης μου! Και βυθίζομαι ξανά σε έναν πλημμυρισμένο από ευτυχία ύπνο.
Έλα μου όμως που αυτό το γράμμα εκτός από πυροκροτητής της μεγάλης μου ευτυχίας ήταν και απαρχή δεινών και πανσυγγενικού και παμφλωρινιώτικου ρεζιλικιού μεγάλου!! Γαμώτο μου! Γιατί είχα την ατυχία νά ‘ναι στην πόλη την εποχή εκείνη και ο διάσημος συνονόματος, που έμενε σ’ ένα τουρκόσπιτο στο ποτάμι λίγο πριν τα σχολειά και ζωγράφιζε εκεί έξω στον δρόμο, ως συνήθως.
Ο κυρ-Βαγγέλης ο Ταχυδρόμος λοιπόν – εκείνος με την ωραία κόρη, ξέρουν οι παλιοί – διαβάζει: κον Κώστα Λούστα – Κιουταχείας 14- Φλώρινα και επειδή κανένας παλιός Ταχυδρόμος δεν γνώριζε ποτέ κανέναν δρόμο, πάει το γράμμα στον ζωγράφο!
Βρίσκει λοιπόν αυτός την μάνα μου και:
– Τσουούτσα (Χρυσούλα στα βλάχικα ) έλα δω να σουου πω! Οοο δικός σου, και έεενα γρααμμα γιαα σας ο Βαγγέλης , κι αανοίγω καιαι τι δδιαββααζω!!!
– Αααγάπη μου!… Εεεγώ; αααγαάπη της;;!!! και έεχει και φφφεγγάρια λέει και τααάστρα λάμπουν και αιαιώωνια δική σου! τέτοια. (από αυτό το τελευταίο κατάλαβα, ότι τόχε διαβάσει όλο ο καριόλης)
– Και νααα του πεις όοοτι ΚΚΚώστας είμαι εεεγώ, αααυτός είναι Κκκωστάκης.
Έτσι λοιπόν ξεκίνησε το μπέρδεμα, γιατι μετά από κάποια χρόνια παράτησε το Κώστας και το γύρισε σε Κωστάκης
Δεν πειράζει ας είναι καλά εκεί που είναι!
Ιστορία 2η
Πάω στην γκαλερί εκεί στην παραλία και τι μου λέει ξαφνικά:
– Ξααάδελφε, ποοόλυ σααγαπάω, μ αγγαλιάζει, με φιλάει, ρε γγιααατό όοολο ίιδιο!
– Τι θέλεις να πεις; τον ρωτάω
– Καααλά ρεε ρουουφιάνε οολόκληρο τοο όνομα ; καιαι γω γγια σσενα δουουλεύω!
– Δηλαδή;
– Να, άαμα πππεθάνουμε καιαι πεεράσουν, αας πούουμε, 50,100 χρόνια θα διαββάαζουν στις εεγκυκλοπαίαιδιες: «Κώστας Λούστας μεεγάλος έελλην ζωγράαφος!» πες μου, ποιόος μααλάακας θα ξέερει ποιόος ααπό τουους δυο μας ήηταν! Εεε..;;
Ωραίος!!!
Καλημέρα σας!
Κώστας Λούστας του Νικολάου
Βέροια 10/6/2015, 03.30