Η Φλώρινα πριν και μετά τον Λάζαρο Μέλλιο – Άγνωστες πτυχές της ζωής του

Με την συμπλήρωση 2 χρόνων από τον θάνατο (2 Οκτωβρίου 2014) του αείμνηστου Λάζαρου Μέλλιου, συνταξιούχου Δασκάλου, Λαογράφου και Ιστορικού της Φλώρινας, αναρτούμε την ομιλία του Θανάση Βογιατζή που είχε πραγματοποιηθεί την Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014 στο «Αριστοτελικό μνημόσυνο» στην μνήμη του Λάζαρου Μέλλιου, στην κατάμεστη αίθουσα «Τραϊανού Μήρτσου» του Φ.Σ.Φ. «Ο Αριστοτέλης», με θέμα «Η Φλώρινα πριν και μετά τον Λάζαρο Μέλλιο – Άγνωστες πτυχές της ζωής του».

mellios1

Η Φλώρινα πριν και μετά τον Λάζαρο Μέλλιο – Άγνωστες πτυχές της ζωής του

Γράφει ο Θανάσης Βογιατζής |

Συμπληρώθηκαν σαράντα ημέρες από τον ξαφνικό θάνατο του αειμνήστου Λαζάρου Μέλλιου, συνταξιούχου Δασκάλου, Λαογράφου και Ιστορικού της Φλώρινας, του ανθρώπου που λάτρεψε και εξύμνησε την πόλη μας όσο κανείς άλλος και που ο θάνατός του συγκλόνισε την μικρή μας κοινωνία, αλλά και όλους τους αμέτρητους φίλους του που διαμένουν στην Ελληνική Επικράτεια και σε διάφορες Χώρες του εξωτερικού.

Και αυτό φάνηκε κατά την πάνδημη εξόδιο ακολουθία του, με τους εξέχοντες ομιλητές, αλλά και την συμμετοχή στο πένθος όλων των συμπολιτών μας, όλων των ηλικιών και επαγγελμάτων, που είχαν γεμίσει ασφυκτικά τον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Παντελεήμονος και τον προαύλιο χώρο του. Είχαν έρθει για να αποχαιρετίσουν τον αγαπητό Λάζαρο για όσα προσέφερε σε όλους μας. Πιστεύω, ότι και ο ίδιος δεν θα μπορούσε να φαντασθεί την τόση αγάπη και εκτίμηση που έτρεφαν για αυτόν οι συμπολίτες μας.

Θεώρησα λοιπόν χρέος μου, στην μνήμη του αξέχαστου φίλου και εξαδέλφου μου Λάζαρου, να καταγράψω τις σκέψεις μου αυτές όσο μπορώ πιο συνοπτικά, επειδή θέλω να γίνουν γνωστά, άγνωστα γεγονότα και συμπεριφορές που χαρακτήριζαν τον σπάνιο και χαρισματικό αυτόν άνθρωπο, τον αθεράπευτο Φλωρινιώτη, που έφυγε τόσο αναπάντεχα για πάντα από κοντά μας.

Για την ανεκτίμητη προσφορά του στην πόλη μας και στην Πατρίδα μας γενικότερα, έγραψαν εξαίρετοι συμπολίτες μας και μη, δόκιμοι του καλάμου χειριστές. Εγώ θα περιορισθώ στον άνθρωπο Λάζαρο, στις άγνωστες πτυχές της ζωής του και σε όσα θυμάμαι, από παιδί ακόμη, για αυτόν και την οικογένειά του, δηλαδή για τα τελευταία 60 περίπου χρόνια. Ειδικότερα όμως για τις τρεις τελευταίες δεκαετίες που τον έζησα από κοντά καθημερινά, όταν, παίρνοντας την σύνταξή του, εγκαταστάθηκε μόνιμα πλέον στην Φλώρινα και είχα την ευτυχία να με τιμά για 30 ολόκληρα χρόνια με την εμπιστοσύνη και την φιλία του.

Ο αείμνηστος Λάζαρος γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1929, στην παραποτάμια και ιστορική περιοχή της Φλώρινας, το περίφημο «Βαρόσι», στο κέντρο της πόλης μας, την περιοχή που τόσο αγάπησε και ύμνησε με τα γραπτά του και ήταν γόνος οικογένειας παλιών Φλωρινιωτών.
Πατέρας του ήταν ο Αναστάσιος Μέλλιος, ένας φιλήσυχος και πράος άνθρωπος, ένας εξαίρετος παραδοσιακός οικογενειάρχης, που τα προπολεμικά χρόνια διατηρούσε εμπορικό κατάστημα αποικιακών ειδών στην οδό Μ. Αλεξάνδρου, δίπλα στην κεντρική πλατεία. Μεταπολεμικά ασχολήθηκε με τα κτήματά του και εγώ τον θυμάμαι από την δεκαετία του 1950, να παράγει άριστης ποιότητας κρασί.

Μητέρα του η Παρασκευή, το γένος Βογιατζή, συνομήλικη και αγαπημένη εξαδέλφη του πατέρα μου, μια γλυκομίλητη, ευγενέστατη και χαμηλών τόνων γυναίκα, μια αρχόντισσα της παλιάς Φλώρινας, η οποία την δεκαετία του 1920 είχε αποφοιτήσει από το Παρθεναγωγείο της πόλης μας και στα νιάτα της έπαιζε θαυμάσιο μαντολίνο. Πιστεύω, ότι από την μητέρα του πήρε ο Λάζαρος την αγάπη του για την μουσική. Από παιδί ακόμη θαύμαζα την θεία Παρασκευή, επειδή μιλούσε πάντα σε απλή καθαρεύουσα, την οποία διάνθιζε σε κάθε συνομιλία της με σπάνιες λέξεις, όπως και όλες οι μορφωμένες κυρίες της εποχής της. Τους γονείς του Λάζαρου, τους θείους Ανάσταση και Παρασκευή, τους επισκεπτόμουν συχνά μέχρι τα βαθειά τους γεράματα (είχαν περάσει και οι δύο τα ενενήντα τους χρόνια) και ήταν πολύ ευχάριστο και ενδιαφέρον για εμένα να συνομιλώ μαζί τους.

Ο Λάζαρος ήταν ο μεγαλύτερος από τέσσερα αδέλφια. Ακολουθούσαν η Νούλη, που έφυγε από την ζωή πριν από πολλά χρόνια, νέα ακόμη, ο Στέφανος, γνωστός επιτυχημένος έμπορος της πόλης μας που τώρα απολαμβάνει την σύνταξή του και ο νεώτερος όλων, ο Πέτρος.

Αλλά και από όλα τα εξαδέλφια μας ήταν ο μεγαλύτερος και από παιδιά τον θαυμάζαμε για τις άριστες επιδόσεις του στα γράμματα και στον αθλητισμό, έχοντάς τον όλοι μας ως πρότυπο, επειδή, από τα νεανικά του ακόμη χρόνια, ήταν πάντα σοβαρός, ευθύς, δίκαιος και μετρημένος.

Θα προσπαθήσω τώρα, με λόγια απλά, να περιγράψω όσα έζησα κοντά στον Λάζαρο και επειδή μου είναι αδύνατον να τα βάλλω σε κάποια χρονολογική σειρά, θα τα καταθέσω έτσι, σκόρπια, όπως μου έρχονται στην μνήμη.

Ο Λάζαρος ήταν προικισμένος με πολλές αρετές. Μέσα σε αυτές ξεχώριζαν η ανιδιοτέλεια, η αφιλοχρηματία και η προσφορά στον συνάνθρωπο. Δεν θυμάμαι ποτέ, όλες αυτές τις δεκαετίες που ήμασταν καθημερινά μαζί, να ζήτησε κάτι από κάποιον για τον εαυτό του. Αντίθετα γινόταν θησεία για τους άλλους και χάριζε απλόχερα ότι του ζητούσαν. Δεν θυμάμαι ούτε μια φορά να πέρασε κάποιος ανήμπορος, ζητώντας βοήθεια και να μην του την έδωσε. Κάθε ημέρα δεχόταν για χρόνια, πρώτα στο καφενείο του Τάκη και αργότερα του Παύλου, στην κεντρική πλατεία, κάποιον μαθητή, φοιτητή ή επιστήμονα, για να τους δώσει συνέντευξη ή για να τον ρωτήσουν για διάφορα λαογραφικά ή ιστορικά θέματα που αφορούσαν την Φλώρινα, για να τα χρησιμοποιήσουν σε εργασίες τους. Με μεγάλη ευχαρίστηση, υπομονή και αγάπη χάριζε τις γνώσεις του, τις αναμνήσεις του, τα βιώματά του. Ποτέ δεν αρνήθηκε τίποτε σε κανέναν. Μερικοί του ζητούσαν αντίτυπα κάποιων βιβλίων του, από τα 43 που είχε εκδώσει συνολικά, για την ιστορία και την λαογραφία του Νομού μας. Επειδή και ο ίδιος δεν είχε όλη την σειρά των βιβλίων του, συχνά μου έλεγε: «Ούτε για εμένα δεν κράτησα όλα τα βιβλία μου». Από όσα όμως του απέμειναν, πήγαινε στο βιβλιοπωλείο, έβγαζε φωτοτυπίες του βιβλίου που του ζητούσαν και τις χάριζε στον ενδιαφερόμενο. Στο τέλος έπρεπε υποχρεωτικά και ανυποχώρητα, να τον κεράσει και κάτι στο καφενείο.

Γνώστης ο ίδιος της ιστορίας και της λαογραφίας του Νομού μας όσο κανείς άλλος, ήταν για δεκαετίες ο ιδανικός, ο μοναδικός και δυστυχώς ο αναντικατάστατος ξεναγός όλων των προσωπικοτήτων που επισκέπτονταν την πόλη μας, αλλά και όλων των Συλλόγων, Σωματείων και ιδιωτών που περνούσαν από τον Νομό μας. Μέχρι πρόσφατα, παρά τα χρόνια που τον βάρυναν και τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, με θερμοκρασίες πολλές φορές πολύ υψηλές, από το πρωί μέχρι το βράδυ, σαν έφηβος, ξεναγούσε και μαγνήτιζε τους επισκέπτες, χωρίς ποτέ να δεχθεί την παραμικρή ανταμοιβή. Δεκάδες φορές έχουμε πάει με το δικό μου αυτοκίνητο στις Πρέσπες, στο Νυμφαίο και σε άλλα χωριά του Νομού μας, για να ξεναγήσει προσωπικούς του φίλους που έρχονταν από διάφορες πόλεις και από το εξωτερικό. Πάντοτε σταματούσαμε το μεσημέρι σε κάποιο ταβερνάκι, για να τους κάνει και πάλι ανυποχώρητα αυτός το τραπέζι.

Ο Λάζαρος είχε ξεναγήσει Προέδρους Δημοκρατίας, Υπουργούς, Ευρωβουλευτές, Ακαδημαϊκούς, Αρεοπαγίτες, Καθηγητές Πανεπιστημίου, Ανωτάτους Στρατιωτικούς και όλους τους είχε εντυπωσιάσει. Όλοι τον θεωρούσαν φίλο τους και όλοι του έδιναν τις προσωπικές τους κάρτες. Ποτέ του όμως και καμιά δεν είχε χρησιμοποιήσει, επειδή απλούστατα δεν το ήθελε.

Συχνά επισκέπτονταν την πόλη μας φίλοι του ιστορικοί, λογοτέχνες, άνθρωποι των γραμμάτων. Το βράδυ έπρεπε ο Λάζαρος να τους κάνει τραπέζι σε κάποια ταβέρνα και για να τους ευχαριστήσει καλούσε και την παρέα μας με τις κιθάρες για τραγούδι. Έτσι είχαμε και εμείς την τύχη, μέσω του Λάζαρου, να γνωρίσουμε πολλούς σημαντικούς ανθρώπους. Αλλά και σε ανθρώπους που δεν γνώριζε και του ζητούσαν να τους ξεναγήσει, πολλές φορές το βράδυ τους έκανε και τραπέζι.

Ο Λάζαρος είχε δώσει εκατοντάδες διαλέξεις και ομιλίες στην Φλώρινα και σε άλλες πόλεις της Πατρίδας μας. Αλλά και σε Χώρες του εξωτερικού που τον καλούσαν να μιλήσει για εθνικά θέματα, η ελληνική ομογένεια τον υποδέχονταν πάντα με θερμές εκδηλώσεις και μου μιλούσε συχνά με συγκίνηση για την φιλοξενία που του είχαν προσφέρει εκεί. Έχω παρακολουθήσει δεκάδες ομιλίες του για διάφορα θέματα. Μιλούσε πάντα εκτός χειρογράφου, από μνήμης. Με τις τεράστιες γνώσεις του, την έμφυτη ευφράδειά του, την καλλιέπεια του λόγου του, την τέλεια γνώση της ελληνικής γλώσσας και τον τόνο της φωνής του, μαγνήτιζε, συνήρπαζε και καθήλωνε το ακροατήριό του, για όση ώρα μιλούσε.

Για τις διαλέξεις που έδινε σε πόλεις που τον καλούσαν, όχι μόνο δεν απαίτησε ποτέ κάποια ανταμοιβή, αλλά δεν δέχθηκε ποτέ του ούτε μια δραχμή. Εισιτήρια, ξενοδοχεία, έξοδα διαμονής τα πλήρωνε όλα από την τσέπη του. Δεν ήθελε να επιβαρύνει κανέναν. Όχι μόνο δεν υπήρξε φιλοχρήματος, αλλά αντιθέτως ήταν στο έπακρον γενναιόδωρος.
Στις διάφορες παρουσιάσεις βιβλίων που γινόταν, πηγαίναμε συνήθως μαζί. Πάντα αγόραζε τα βιβλία, έστω και εάν δεν τον ενδιέφεραν ή δεν συμφωνούσε με το περιεχόμενό τους, απλά και μόνο για να ενισχύσει οικονομικά τους συγγραφείς.

Βοηθούσε τους φτωχούς, τους Συλλόγους, τα Σωματεία και όσους του ζητούσαν την βοήθειά του. Συναναστρέφονταν και χαιρετούσε όλους τους ανθρώπους, από τον μεγαλύτερο σε αξιώματα, μέχρι τον πιο απλό και ταπεινό άνθρωπο, επειδή όπως μου έλεγε: «Ο κάθε άνθρωπος έχει την αξία του και πρέπει να του την αποδίδουμε».

Και τώρα τα σχετικά με την εξαίρετη διδασκαλική του καριέρα. Στα 37 συνολικά χρόνια που ο Λάζαρος υπηρέτησε σε σχολεία του Νομού μας, στην Σαμαρίνα, στην Κωνσταντινούπολη, στην Θεσσαλονίκη και τέλος στον Νομό Πέλλας, έβγαλε πάρα πολλούς μαθητές, που σήμερα διαπρέπουν σε πολλούς τομείς της δημόσιας ζωής, σε όλη την Ελλάδα. Με πολλούς από αυτούς διατήρησε φιλικούς δεσμούς μέχρι την τελευταία του στιγμή και με εντυπωσίαζε το γεγονός, ότι μετά από πολλές δεκαετίες θυμόταν τα περισσότερα ονόματα των μαθητών του, από δεκάδες σχολεία που είχε υπηρετήσει.

Πριν από μερικά χρόνια, μας εξέφρασε ο Λάζαρος την επιθυμία να επισκεφθεί
την Σαμαρίνα, όπου είχε πρωτοδιορισθεί ως δάσκαλος το έτος 1951 και ενώ υπηρετούσε ακόμη την στρατιωτική του θητεία. Πράγματι του κάναμε το χατίρι και μια ανοιξιάτικη ημέρα επισκεφθήκαμε με την παρέα μας το πανέμορφο αυτό ορεινό χωριό της Ελλάδος.

Ο Λάζαρος αναζήτησε εκεί παλιούς μαθητές του, των οποίων θυμόταν τα ονόματα και βρήκαμε μερικούς από αυτούς, που τώρα ήσαν ώριμοι πλέον άνθρωποι. Θυμάμαι με τι αγάπη και σεβασμό υποδέχθηκαν στα σπίτια τους τον παλιό τους δάσκαλο και με τι χαρά μας περιποιήθηκαν όλους.

Πριν από μερικά χρόνια επίσης, επισκέφθηκε την πόλη μας ένα εκδρομικό γκρουπ Κωνσταντινουπολιτών των Αθηνών, που με τα γνωστά τραγικά γεγονότα του 1964-65, είχαν αναγκασθεί να εγκαταλείψουν τις από χιλιετίες πατρογονικές τους εστίες και να εγκατασταθούν οι περισσότεροι στην Αθήνα. Ο Λάζαρος είχε υπηρετήσει σε ελληνικά σχολεία της Πόλης από το 1959 έως το 1964 και με αρκετούς από τους μαθητές του είχε διατηρήσει όλα αυτά τα χρόνια τηλεφωνική επικοινωνία. Μεταξύ των εκδρομέων υπήρχαν και μερικοί από αυτούς. Του τηλεφώνησαν λοιπόν και ζήτησαν να τον συναντήσουν μόλις θα έφθαναν στην πόλη μας. Πήγαμε μαζί στην συνάντηση και θυμάμαι τις συγκινητικές στιγμές που διαδραματίσθηκαν μεταξύ τους, μετά από 50 περίπου χρόνια. Τον αγκάλιαζαν, τον φιλούσαν και κλαίγανε όλοι μαζί. Ο Λάζαρος είχε επιτελέσει μεγάλο εθνικό έργο σε σχολεία της Πόλης, στα χρόνια που παρέμεινε εκεί. Εκεί γνώρισε και τον Πατριάρχη Αθηναγόρα, με τον οποίο τον συνέδεσε στενή φιλία.

Τις δύο ημέρες που οι εκδρομείς παρέμειναν στην πόλη μας, από το πρωϊ έως το βράδυ ο Λάζαρος ήταν μαζί τους και τους ξεναγούσε στην Φλώρινα, στις Πρέσπες και αλλού. Και εδώ θα πρέπει να αναφέρω, ότι και τις δύο βραδιές, μετά την ξενάγηση, τους είχε καλεσμένους σε ταβέρνα της πόλης μας, πληρώνοντας αυτός όλα τα έξοδα, όλων των εκδρομέων, που ήσαν περίπου 50 στον αριθμό. Περιττό να πω ότι για να τους ευχαριστήσει, είχε καλέσει την παρέα μας για τραγούδι, αφήνοντας και σε εμάς αξέχαστες στιγμές με πολλές συγκινήσεις.

Κάποτε είχαμε πάει εκδρομή με τον Σύλλογο Μικρασιατών – Κιουταχειωτών της πόλης μας στην Κωνσταντινούπολη. Κατά την ξενάγηση, ο Λάζαρος ζήτησε από τον ξεναγό μας να του επιτρέψει να πει και αυτός μερικά πράγματα για την Πόλη, επειδή, όπως προανέφερα, είχε υπηρετήσει εκεί ως δάσκαλος έξη ολόκληρα χρόνια. Ήταν αστείρευτος, γνώριζε τα πάντα για την Πόλη με κάθε λεπτομέρεια, πολύ περισσότερα από τον ξεναγό. Μας είχε καταπλήξει όλους μας και περισσότερο από όλους τον ξεναγό, που τον άκουγε σιωπηλός μαθαίνοντας και αυτός.

Ο Λάζαρος, εκτός από τα ιστορικά και λαογραφικά θέματα του Νομού στα οποία ήταν αυθεντία, διέθετε και μια τεράστια εγκυκλοπαιδική μόρφωση. Γνώριζε όσο λίγοι την ελληνική και παγκόσμια ιστορία, την ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία, τους συγγραφείς, λογοτέχνες, ποιητές, καλλιτέχνες.

Είχε το χάρισμα να διηγείται με μεγάλη άνεση και με κάθε λεπτομέρεια, άγνωστα στους πολλούς ιστορικά γεγονότα, ονόματα, χρονολογίες. Πόσες φορές δεν τον έχουμε θαυμάσει, να μας αναπτύσσει θέματα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους. Όλα αυτά βέβαια, ήσαν απόρροια μελέτης μιας ολόκληρης ζωής. Ο Λάζαρος διάβαζε συνεχώς, από τα νεανικά του χρόνια μέχρι το τέλος του, πολλές φορές ξενυχτώντας για να τελειώσει ένα βιβλίο ή κάποιο ιστορικό ή λογοτεχνικό περιοδικό. Δεν πέρασε εβδομάδα που να μην είχε διαβάσει 1 ή 2 βιβλία και μόλις τα τελείωνε μου έλεγε τους τίτλους των βιβλίων που διάβασε και μερικές φορές και περίληψή τους.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργήσει μια τεράστια βιβλιοθήκη, με περισσότερους από τρεις χιλιάδες τόμους, με πολύ αξιόλογα και σπάνια βιβλία και αμέτρητα περιοδικά, εφημερίδες και άλλα έντυπα, έναν ανεκτίμητο θησαυρό, δυστυχώς όμως ατακτοποίητο, όπως ο ίδιος έχω διαπιστώσει, επειδή συχνά επισκεπτόμουν το σπίτι του. Και ο ίδιος όμως πολλές φορές μου έλεγε με παράπονο: «Πρέπει να τακτοποιήσω την βιβλιοθήκη μου, επειδή και εγώ δεν ξέρω τι έχω και που τα έχω, αλλά δεν μου μένει χρόνος».

Καθημερινά όμως ο Λάζαρος ενημερώνονταν και για όσα συνέβαιναν στον Νομό μας, στην Ελλάδα και σε ολόκληρο τον πλανήτη. Κάθε πρωϊ, με όλες τις καιρικές συνθήκες, επισκέπτονταν τα γραφεία των τοπικών εφημερίδων και έπαιρνε αντίτυπα για να τα διαβάσει. Κάθε ημέρα έπαιρνε 2 ή 3 εφημερίδες των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης και τις Κυριακές, χωρίς υπερβολή, 5 ή 6, τις οποίες αφού διάβαζε, μοίραζε σε φίλους του στο καφενείο.

Έβλεπα κάθε ημέρα τον ταχυδρόμο να του φέρνει επιστολές, προσκλήσεις και άλλα έντυπα, που τον καλούσαν σε συνέδρια, διαλέξεις, εκθέσεις, παρουσιάσεις βιβλίων και άλλες εκδηλώσεις. Τακτικά επίσης συγγραφείς, λογοτέχνες, ποιητές, ιστορικοί, του έστελναν τα βιβλία τους, ζητώντας του να κάνει κριτική των βιβλίων τους. Έχει δημοσιεύσει δεκάδες εξαίρετες βιβλιοκριτικές, εκατοντάδες άρθρα ιστορικού, λαογραφικού και λογοτεχνικού περιεχομένου, τακτικά δε σατίριζε με έμμετρο τρόπο την καθημερινότητα. Όλα αυτά είναι σκόρπια στον τοπικό μας τύπο.

Δυσαναπλήρωτο όμως κενό αφήνει ο Λάζαρος και στα μουσικά πράγματα της πόλης μας. Η αγάπη του για την μουσική και το τραγούδι ξεκινάει από πολύ νωρίς, από το έτος 1943, στα δύσκολα χρόνια της κατοχής, όταν νεαρό παιδί τότε εντάχθηκε στην χορωδία του ιστορικού Συλλόγου της Φλώρινας «Ο Αριστοτέλης», όπως και στις κατά καιρούς ανδρικές εκκλησιαστικές χορωδίες του Συλλόγου. Και δεν έπαψε μέχρι το τέλος της ζωής του, να είναι ενεργό βασικό μέλος των δύο χορωδιών, να τραγουδάει, να ψάλλει κάθε Κυριακή στις εκκλησίες και να υπηρετεί με κάθε τρόπο, για περισσότερα από 70 χρόνια, τον Σύλλογο που τόσο είχε αγαπήσει.

Έχοντας ο ίδιος μια τεράστια σε όγκο και έκταση φωνή βαθυφώνου (μπάσου), που στις χαμηλές νότες έφθανε στα όρια του μπάσου Προφόντο (κόντρα μπάσου), μια σπάνια φωνή, που λίγοι άνθρωποι διαθέτουν σε όλο τον κόσμο, εντυπωσίαζε όποιον τον άκουγε να τραγουδάει. Θυμάμαι κάθε φορά που είχαμε κάποια εμφάνιση με την χορωδία του «Αριστοτέλη», εάν ο Λάζαρος βρισκόταν εκτός Φλωρίνης, ο μαέστρος της χορωδίας, ο αειθαλής και αγαπητός σε όλους μας κ. Μίμης Μούσιος, που για πολλές δεκαετίες έχει προσφέρει πολλά στον «Αριστοτέλη» και στην μουσική κίνηση της πόλης μας, να με ρωτάει με αγωνία εάν θα επιστρέψει ο Λάζαρος, για να πάρει μέρος στην συναυλία. Τον θεωρούσε απαραίτητο. Ο κ. Μούσιος έχει κάνει και θαυμάσιες εμπνευσμένες μελοποιήσεις ποιημάτων του Λάζαρου, που αναφέρονται σε ηρωικές μορφές Μακεδονομάχων του Νομού μας.

Το ίδιο συνέβαινε και με τον επίσης αειθαλή μαέστρο της εκκλησιαστικής χορωδίας του «Αριστοτέλη», αγαπητό μας φίλο κ. Λάκη Αθανασίου, που τώρα διαμένει μόνιμα στην Αθήνα και για πολλά χρόνια έχει προσφέρει και αυτός στον «Αριστοτέλη» και στην μουσική μας κίνηση, βγάζοντας μάλιστα αρκετούς αξιόλογους ιεροψάλτες, να θεωρεί απαραίτητη την συμμετοχή του Λάζαρου κάθε Κυριακή στην εκκλησιαστική χορωδία. Αλλά και μέχρι το τέλος ο Λάζαρος συνέχιζε να ψάλλει κάθε Κυριακή σε εκκλησίες με φίλους, όπως τον ιεροψάλτη Βασίλη Μούλελη, τον Τάκο Καπουλίτσα, τον Στέφανο Τελαλίδη, τον Γαβριήλ Μήνου και άλλους.

Και ο συμπατριώτης μας όμως, διάσημος τενόρος της όπερας και για πολλά χρόνια καθηγητής στην Μουσική Ακαδημία του Έσσεν και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, που έχει διαπρέψει στα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα του κόσμου, συμπεριλαμβανομένης και της κορυφαίας όπερας της Βιέννης, τιμώντας την Φλώρινα και την Πατρίδα μας, εκλεκτός μας φίλος κ. Σώτος Παπούλκας, κάθε φορά που επισκέπτονταν την αγαπημένη του Φλώρινα, καλούσε την παρέα μας σε κάποιο ταβερνάκι, για να τραγουδήσουμε όλοι μαζί παλιά νοσταλγικά τραγούδια και καντάδες. Μας έλεγε λοιπόν, ότι εάν ο Λάζαρος είχε ασχοληθεί επαγγελματικά με το λυρικό τραγούδι, θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί σε έναν καταπληκτικό βαθύφωνο όπερας.

Με τον κ. Παπούλκα επικοινωνούσαμε τηλεφωνικά το τελευταίο διάστημα σχεδόν καθημερινά, μέχρι να οριστικοποιηθεί η ημερομηνία του μνημοσύνου, για να έρθει από το Έσσεν της Γερμανίας όπου κατοικεί και να παραστεί σε αυτό, τιμώντας την μνήμη του φίλου μας Λάζαρου. Έτσι τον έχουμε σήμερα κοντά μας. Αγαπητέ φίλε Σώτο, καλώς ήρθες.

Και τώρα θα πρέπει να αναφερθώ για λίγο και στην παρέα μας. Ο Λάζαρος ήταν αρκετά χρόνια μεγαλύτερος όλων μας. Την διαφορά αυτή όμως ποτέ δεν την αισθανθήκαμε και τον θεωρούσαμε συνομήλικό μας. Και ο ίδιος όμως αισθάνονταν πολύ νεώτερος. Ως μεγαλύτερος και σοφότερος όλων μας, ήταν ο αρχηγός και πάντα σε αυτόν ακουμπούσαμε και προσφεύγαμε, ζητώντας την γνώμη του για ζητήματα που προέκυπταν. Στο καφενείο καθημερινά ανοίγαμε διάφορες συζητήσεις για γεγονότα της ημέρας, την πολιτική, την ιστορία και άλλα. Η γνώμη του πάντα βαρύνουσα και σεβαστή. Μας μετέδιδε τις γνώσεις του, μας εξηγούσε, μας συμβούλευε. Τις περισσότερες φορές όμως καταλήγαμε να συζητάμε για την παλιά Φλώρινα. Τον ρωτούσαμε για ανθρώπους ξεχασμένους, για γεγονότα που είχε ζήσει από την προπολεμική ακόμη Φλώρινα, την Φλώρινα της κατοχής και των πολέμων, για τις επόμενες δεκαετίες μέχρι και σήμερα. Με την σπάνια μνήμη που διέθετε, μας τα εξιστορούσε όλα με πολύ γλαφυρότητα.

Η παρουσία του Λάζαρου στην παρέα ήταν απαραίτητη καθημερινά. Άνθρωπος γλεντζές, ετοιμόλογος και με χιούμορ, δέχονταν τα πειράγματά μας με ένα καλοκάγαθο γέλιο και με τα ανέκδοτα που συχνά λέγαμε, γελούσε με την ψυχή του. Δεν είχε χαλάσει ποτέ το χατίρι μας, δεν ήξερε να λέει ποτέ όχι και κάθε φορά που τον ρωτούσαμε εάν συμφωνεί να πάμε κάποια εκδρομή ή σε κάποια ταβέρνα, η απάντησή του ήταν πάντα η ίδια: «Τι ρωτάτε;». Ίσως μερικές φορές, σε κάποια διαφωνία μας, να εκνευρίζονταν και να ύψωνε τον τόνο της δυνατής μπάσας φωνής του. Δεν διαρκούσε όμως πολύ και η συζήτηση συνεχιζόταν ομαλά. Και εδώ θέλω να τονίσω κατηγορηματικά, ότι δεν άκουσα ποτέ στα τόσα χρόνια να βγει από τα χείλη του Λάζαρου έστω μία αισχρή λέξη. Ήταν πάντα αξιοπρεπής, σοβαρός, ηθικός και έντιμος.

Τακτικοί της παρέας, ο Στέλιος Αβραμίδης, ο Τάκος Καπουλίτσας, ο Νίκος Κατσάκης, ο Στέφανος Παπαναστασίου, ο Στέφανος Τελαλίδης, ο Βασίλης Μούλελης και πολλές φορές ο Γιάννης Γαβριηλίδης.

Εδώ, ανοίγοντας μια παρένθεση, θα μείνω για λίγο στον κ. Νίκο Κατσάκη, έναν εκλεκτό παλιό Φλωρινιώτη και φίλο, έναν δυναμικό επιτυχημένο επιχειρηματία, που εδώ και 50 ολόκληρα χρόνια βρίσκεται στην μακρινή Αυστραλία και έχει προσφέρει για πολλά χρόνια, ως Πρόεδρος της Παμμακεδονικής Ενώσεως Αυστραλίας, ανεκτίμητες υπηρεσίες στο Έθνος μας. Ο Λάζαρος, όπως προανέφερα, είχε επισκεφθεί αρκετές φορές την Αυστραλία, για να δώσει εκεί διαλέξεις σχετικές με τα εθνικά θέματα. Κάθε φορά λοιπόν που ο Λάζαρος πήγαινε στην Αυστραλία, φιλοξενούνταν στο σπίτι του κ. Κατσάκη, για περισσότερες από 20 ημέρες κάθε φορά και θυμόταν ο Λάζαρος με πολύ συγκίνηση, την φιλοξενία και την περιποίηση που του επεφύλασσε ο κ. Κατσάκης. Αλλά από το φιλόξενο πάντα σπίτι του κ. Κατσάκη, έχουν περάσει και όλοι σχεδόν οι Έλληνες πολιτικοί, που κατά καιρούς έχουν επισκεφθεί την Αυστραλία. Η αγάπη του κ. Κατσάκη για τον γενέθλιο τόπο τον κάνει, τώρα που συνταξιοδοτήθηκε, να μας επισκέπτεται κάθε χρόνο, μαζί με την αγαπημένη του σύζυγο, την φίλη μας κ. Σούλα και τον περισσότερο χρόνο του να τον περνάει στην αγαπημένη του Φλώρινα.
Την αγάπη του όμως για την Φλώρινα, την έχει αποδείξει ο κ. Κατσάκης και εμπράκτως, όταν πριν από πολλά χρόνια, με δικές του ενέργειες, συγκεντρώθηκε από τους ομογενείς της Αυστραλίας ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και με το ποσό αυτό δωρήθηκε στο Νοσοκομείο μας το πρώτο ασθενοφόρο και 101 κλίνες ασθενών. Αλλά και μέχρι σήμερα ο κ. Κατσάκης συνεχίζει να βοηθάει όπου χρειασθεί. Ο κ. Κατσάκης με την σύζυγό του βρίσκονται σήμερα μαζί μας. Αγαπητέ φίλε Νίκο, σε ευχαριστούμε πολύ για όσα προσφέρεις στην Φλώρινα και στην Πατρίδα μας. Κλείνω την παρένθεση.

Αλησμόνητες όμως μας μένουν οι ανεπανάληπτες βραδιές τραγουδιού, που έχουμε περάσει σε διάφορα ταβερνάκια της αγαπημένης μας Φλώρινας, όπως και σε άλλες πόλεις, τραγουδώντας με τις κιθάρες μας καντάδες και παλιά ελληνικά τραγούδια, που όλα τα χαρακτηρίζει ο θαυμάσιος στίχος και η υπέροχη μελωδία.

Με πόσους άλλους καλλίφωνους παλιούς Φλωρινιώτες, δεν έχουμε περάσει παλαιότερα αξέχαστες βραδιές τραγουδιού, όλοι τους καλοί μας φίλοι και μέλη της Μικτής ή της Εκκλησιαστικής Χορωδίας του «Αριστοτέλη» ή και των δύο χορωδιών. Ας αναφέρω μερικά ονόματα που μου έρχονται τώρα στην μνήμη, με κίνδυνο να παρεξηγηθώ από όσους ενδεχομένως να μου διαφεύγουν. Η Όλγα και ο Πέτρος Βόσδου, η Μαίρη και ο Τόλης Πηλείδης, ο Κώστας Γλάμνας, ο Βαγγέλης Ταμουτσέλης, ο Τάκος Μπεδίστης, ο Στέργιος Αδάμ, ο Τάκης Καϊμάρας, ο Μίκης Κοντοτόλιος, ο Θεόφιλος Αριστείδου, οι Χρήστος και Θέμης Αναγνωστόπουλος, ο Τάσος Τελαλίδης, ο Γιώργος Τέγας, ο Γιάννης Ταλίδης, ο Παρμενίων Κωνσταντινίδης, ο Στέφανος Ιωαννίδης, ο Βασίλης Κατσάκης, ο Σταύρος Τσουμήτας, ο Θεόδωρος Κύρκος, οι μακαρίτες τώρα, Γιώργος Πύρζας, Αχιλλέας Μίσκας, Γιάννης Γιαννόπουλος, Σταύρος Γαϊτάνης και Πλάτων Πηλείδης, που μας άφησε δυστυχώς πριν από λίγες ημέρες, οι δύο μαέστροι της Χορωδίας Φλωρινιωτών Μελβούρνης, μακαρίτες τώρα και αυτοί, Τάκης Βατσινάρης και Γιάννης Νίνης, που ερχόταν κάθε καλοκαίρι από την Αυστραλία και άλλοι που, όπως προανέφερα, ίσως να μου διαφεύγουν. Στις περισσότερες αυτές βραδιές παρευρίσκονταν και οι γυναίκες όλων μας.

Σε όλες αυτές τις βραδιές είχαμε καθιερώσει, μόλις πλησίαζαν τα μεσάνυχτα, να λέει ο Λάζαρος με τον μοναδικό του τρόπο, το αγαπημένο του τραγούδι, τον περίφημο «Βράχο». Ο «Βράχος», σε ποίηση του μεγάλου μας ποιητού της γενιάς του 1880 Γεωργίου Βιζυηνού, είχε μελοποιηθεί για φωνή βαθυφώνου, από τον ξεχασμένο στην εποχή μας συνθέτη της παλιάς Αθηναϊκής σχολής Χρήστο Στρουμπούλη, ο οποίος είχε μελοποιήσει και την περίφημη «Ανθισμένη αμυγδαλιά», του μεγάλου μας επίσης ποιητού, της ίδιας γενιάς, Γεωργίου Δροσίνη. Τον «Βράχο», το δυσκολότατο αυτό τραγούδι, ελάχιστοι μπορούν να τον αποδώσουν. Στην ελληνική δισκογραφία, από ότι γνωρίζω, υπάρχει σε μία μόνο εκτέλεση του 1938, την οποία έχω στην δισκοθήκη μου εδώ και δεκαετίες. Το είχε ηχογραφήσει τότε, επειδή ήταν το αγαπημένο του τραγούδι, ο διεθνούς φήμης Έλληνας βαθύφωνος, ο μεγάλος Νίκος Μοσχονάς, που για 30 ολόκληρα χρόνια μεσουρανούσε στην Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης και στα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα του κόσμου, θεωρείται δε ως ένας από τους μεγαλύτερους βαθυφώνους του 20ου αιώνα. Κανείς άλλος δεν τόλμησε από τότε να το ηχογραφήσει, επειδή υπήρχε η εκτέλεση Μοσχονά. Ο Λάζαρος το απέδιδε καταπληκτικά και όσοι είχαν την τύχη να τον ακούσουν, τους μένει αξέχαστη η ερμηνεία του. Δυστυχώς η Φλώρινα έχασε και την σπάνια αυτή φωνή.

Προχθές αξέχαστε Λάζαρε, με πήρε τηλέφωνο από την Αθήνα ο αγαπημένος μας φίλος Δημήτρης Σόμπολας και μου είπε συγκλονισμένος να σου απευθύνω εκ μέρους του το τελευταίο αντίο. Ο Δημήτρης Σόμπολας, διατηρούσε για πολλά χρόνια μια από τις κοσμικότερες ταβέρνες των Αθηνών. Μαθητής ο ίδιος του μεγάλου τροβαδούρου της παλιάς Αθήνας Νίκου Γούναρη, ήταν άριστος κιθαρίστας, θαυμάσιος τραγουδιστής και πολύ ωραίος άνθρωπος. Μας συνέδεε για πολλά χρόνια δυνατή φιλία και συχνά πηγαίναμε στην ταβέρνα του και τραγουδούσαμε όλοι μαζί, αφήνοντάς μας ανεπανάληπτες βραδιές, ο δε Λάζαρος με τον «Βράχο» του, αποσπούσε πάντα τον θαυμασμό παλαιών Αθηναίων, μυημένων θαμώνων της ταβέρνας Σόμπολα, στο παλιό καλό ελληνικό τραγούδι.

Θα πρέπει να αναφερθώ για λίγο και σε έναν εκλεκτό επίσης συμπατριώτη μας, έναν εξαίρετο άνθρωπο και επιστήμονα, που έχει τιμήσει την Φλώρινα και το ιατρικό λειτούργημα, για τον οποίο ο Λάζαρος έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη και εκτίμηση και αισθάνονταν βαθειά υποχρεωμένος απέναντί του, επειδή η βοήθειά του ήταν πολύτιμη, στα προβλήματα υγείας που για χρόνια αντιμετώπιζε. Είναι ο γιατρός όλων των Φλωρινιωτών, ο καλός μας φίλος κ. Γιώργος Χριστιανόπουλος, που διαμένει μόνιμα στην Θεσσαλονίκη. Κάθε φορά που ο κ. Χριστιανόπουλος επισκέπτονταν την αγαπημένη του Φλώρινα, μαζί με την συμπαθέστατη σύζυγό του κ. Μαίρη, καλούσε την παρέα μας σε ταβερνάκι της πόλης μας για να τραγουδήσουμε όλοι μαζί, περνώντας αξέχαστες βραδιές. Τον ευχαριστούμε θερμά για όσα έχει προσφέρει σε όλους μας.

Στην πανέμορφη αίθουσα θεάτρου του «Αριστοτέλη», από την εποχή που πρωτολειτούργησε μέχρι τελευταία, έχουμε παρακολουθήσει με τον Λάζαρο όλες σχεδόν τις εκδηλώσεις, από τις ίδιες περίπου θέσεις. Εκατοντάδες διαλέξεις, συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις, μουσικές βραδιές και πολλά άλλα. Σήμερα όμως δεν βρίσκεται ανάμεσά μας και η απουσία του μας είναι πολύ αισθητή.

Για τις 12 Οκτωβρίου, είχαμε προγραμματίσει με τον Λάζαρο να πάμε στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, όπως τακτικά πολλά χρόνια πηγαίναμε, για να παρακολουθήσουμε την ενδιαφέρουσα παράσταση της όπερας «Κάρμεν» του Μπιζέ. Δυστυχώς όμως ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε η επιθυμία μας αυτή, επειδή δέκα ημέρες νωρίτερα, στις 2 Οκτωβρίου, επήλθε το μοιραίο.

Θα ήθελα πριν τελειώσω, να πω λίγα και για την τελευταία βραδιά του Λάζαρου στον πρόσκαιρο αυτόν κόσμο, επειδή ήμασταν μαζί. Το βράδυ εκείνο βρεθήκαμε μια μικρή παρέα τεσσάρων Φλωρινιωτών, σε γνωστή ταβέρνα της πόλης μας. Η βραδιά κύλησε όμορφα, με συζήτηση και ανέκδοτα που λέγαμε όλοι μας. Ο Λάζαρος ήταν πολύ ευδιάθετος, είχε φάει ελάχιστα και ήπιε δύο ποτηράκια ρετσίνα. Μέχρι αργά που τον άφησα με το αυτοκίνητό μου στο σπίτι του, ήταν πολύ χαρούμενος και δεν φαινόταν να έχει κάποιο πρόβλημα, ούτε μας είπε τίποτε.

Το επόμενο πρωινό τον συνάντησα πάλι και μιλήσαμε για λίγο. Δυστυχώς, μετά από λίγη ώρα συνέβη το τραγικό γεγονός. Έφυγε για πάντα από την ζωή τόσο αναπάντεχα, όπως του άξιζε όμως, όρθιος, την ώρα που έγραφε το τελευταίο του κείμενο, στο τραπεζάκι του αγαπημένου του καφενείου.
Συγκλονίστηκα, ήταν τόσο ξαφνικό. Κάθε ημέρα που περνάει, συνειδητοποιώ και πιο πολύ το μεγάλο κενό που άφησε η απουσία του. Περπατάω στην παραποτάμια περιοχή και μόλις φθάσω στο ύψος του σπιτιού του, άθελά μου σταματώ και περιμένω να βγει ο Λάζαρος από το σπίτι του, όπως συχνά εδώ και πολλά χρόνια συνέβαινε, για να πάμε στο καφενείο μας. Περνάω από την κεντρική οδό της πόλης μας και νομίζω ότι θα βγει ξαφνικά από κάποια γωνία, με το πληθωρικό του παράστημα, το βαρύ, αργό και σταθερό περπάτημά του. Άλλες φορές νομίζω ότι με είδε από μακριά και με φωνάζει, όπως τακτικά γινόταν. Πλησιάζω στο στέκι μας, το γνωστό καφενείο του φίλου μας του Παύλου και της γυναίκας του Αυγούλας, στην κεντρική πλατεία και τον βλέπω να κάθεται στο δικό του τραπεζάκι, στην ίδια πάντα καρέκλα και να γράφει, περιμένοντας καθημερινά όλη την παρέα μας, για το συνηθισμένο τσιπουράκι. Αλλοίμονο όμως, δεν βρίσκεται στην θέση του. Συναντάω γνωστούς και φίλους μας και όλοι μου μιλούν για τον Λάζαρο, για την ανιδιοτελή ανεκτίμητη προσφορά του και την μεγάλη του αγάπη για την Φλώρινα.

Τώρα ο Λάζαρος δεν ζει πια. Έφυγε, παίρνοντας μαζί του και μια ολόκληρη εποχή. Έφυγε, παίρνοντας μαζί του όλη την παλιά Φλώρινα και τους ανθρώπους της. Έφυγε, παίρνοντας μαζί του τις αναμνήσεις του και τις γνώσεις του. Αναμνήσεις και γνώσεις μιας μακράς ζωής, που ήσαν πολύτιμες για όλους μας, για την Φλώρινα, για την Πατρίδα μας.

Πιστεύω, ότι για πάρα πολλά χρόνια οι Φλωρινιώτες θα θυμούνται τον Λάζαρο να κυκλοφορεί στους δρόμους της πόλης μας, με την χαρακτηριστική ευγενική φυσιογνωμία του και να τους χαιρετάει με την βροντώδη φωνή του και το πλατύ χαμόγελό του.

Ο Λάζαρος θα μας λείψει πολύ. Θα λείψει πρώτα από την οικογένειά του, τα αγαπημένα του αδέλφια, τον Στέφανο, την Φρόσω και τον Πέτρο, τα ανίψια του και τα εγγονάκια του που λάτρευε, θα λείψει από τους συγγενείς του, από την παρέα μας, από τους γνωστούς και φίλους του και από όλη την Φλώρινα.

Η αφίσα για το "Αριστοτελικό" Μνημόσυνο
Η αφίσα για το “Αριστοτελικό” Μνημόσυνο

Τελειώνοντας αγαπημένε φίλε και εξάδελφε Λάζαρε, με πόνο ψυχής και δάκρυα στα μάτια, σου γράφω τις τελευταίες αυτές σειρές. Θέλω για άλλη μια φορά να σε ευχαριστήσω για τα τόσα χρόνια που με τίμησες με την φιλία σου, για την εμπιστοσύνη που μου έδειξες, για όσα με τις γνώσεις σου μου μετέδωσες στις καθημερινές επί χρόνια συζητήσεις μας και για όσα με την στάση της ζωής σου με δίδαξες. Να σε ευχαριστήσω για την αγάπη, το ενδιαφέρον και τις συμβουλές σου για τα παιδιά μου και τα εγγόνια μου και θέλω να σε διαβεβαιώσω, ότι όσο ζω, ποτέ δεν θα ξεχάσω την συγκίνηση και υπερηφάνεια που ένοιωσα για εσένα, όταν μετά την εξόδιο ακολουθία, υποβαστάζοντας μαζί με όλη την παρέα μας την σορό σου, βγήκαμε από την εκκλησία και αντικρίσαμε στο προαύλιο τους εκατοντάδες συμπολίτες μας, να φωνάζουν όλοι μαζί, με όλη την δύναμη της ψυχής τους, Άξιος, Άξιος.
Καλό σου ταξίδι αγαπημένε μου Λάζαρε. Ας είναι ελαφρύ το χώμα της Φλωρινιώτικης γης, που τόσο αγάπησες και ύμνησες. Η Φλώρινα και η Πατρίδα μας θα σε ευγνωμονούν και θα σε θυμούνται για πάντα.

Ο Θεός να αναπαύσει την αγνή και άδολη ψυχή σου.-

Θανάσης Βογιατζής
Φλώρινα 9-11-2014

Διαβάστε επίσης...
Shares

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Translate »