Ο Χ.Γ. και τα μαχαιροπήρουνα (παραλειπόμενα από την ποδοσφαιρική ιστορία του «NΙΚΗΦΟΡΟΥ» Φλώρινας)
Γράφει ο Τέλης Κασκαμανίδης |
Βρισκόμαστε στην ποδοσφαιρική σεζόν 1965-66.
Η ομάδα του «NΙΚΗΦΟΡΟΥ» επέστρεφε από έναν αγώνα στα Νότια (Λιβαδιά ή Θήβα) και το πολύωρο ταξίδι απαιτούσε κάποια στάση για βραδινό φαγητό και ξεμούδιασμα. Η στάση έγινε κάπου κοντά στην Ελασσόνα σε κάποιο εξοχικό εστιατόριο δίπλα στο δρόμο και οι παίκτες κάθισαν να φάνε το βραδινό τους.
Τελειώνοντας το φαγητό του ο Χρήστος Γ., ο μεγάλος αυτός μπαλαδόρος των «ΜΠΕΜΠΗΔΩΝ του ΒΟΡΡΑ» που εκείνη την εποχή ήταν φαντάρος και όπως μάλλον το είχε ξανακάνει, «βούτηξε» 2-3 μαχαιροπήρουνα και τα έβαλε στην εσωτερική τσέπη τού μπουφάν του.
Ο Μήτσος ο Ταρατζόπουλος, σαν αρχηγός της ομάδας, ανέλαβε να τον συνετίσει:
– Χρήστο, μη κάνεις τέτοια πράγματα γιατί θα σε πιάσουν καμιά φορά και θα έχουμε ντράβαλα.
– Άντε ρε, που θα με πιάσουν! Δε με είδε κανείς!
– Εγώ σε προειδοποίησα πάντως γιατί θα γίνουμε ρεζίλι αν σε πάρουν χαμπάρι!
– Άσε μας, ρε Μήτσο, λέει ο Χρήστος και φεύγει πρώτος για το λεωφορείο που ήταν έξω από το εστιατόριο περιμένοντας και τους υπόλοιπους.
Ο μαγαζάτορας την ώρα που μάζευε τα πιάτα έπιασε κουβέντα με τους παίκτες.
– Παιδιά, έμαθα ότι είστε η ομάδα από τη Φλώρινα και ήθελα να ρωτήσω μήπως κανείς σας ξέρει κάποιον Κατσάκη που ήταν οδηγός σε φορτηγό. Ήμασταν φαντάροι μαζί και θέλω να μάθω νέα του.
Ο Μήτσος ο Ταρατζόπουλος, άλλο πειραχτήρι κι αυτός και εύστοχα ετοιμόλογος, του απαντά:
– Εκείνος εκεί που έφυγε και περιμένει στο πούλμαν τον… ξέρει καλά! Πήγαινε να τον ρωτήσεις.
Ο Χρήστος μέσα από το λεωφορείο παρακολουθούσε με εύλογο ενδιαφέρον την συζήτηση του μαγαζάτορα με τους παίκτες χωρίς να ακούει, φυσικά, το περιεχόμενο της συζήτησης.
Ο μαγαζάτορας, την ώρα που ο Μήτσος ο Ταρατζόπουλος του μιλούσε, γύρισε και κοίταξε προς το λεωφορείο και στον Χρήστο άρχισαν να μπαίνουν… «ψύλλοι στ’ αφτιά»!
Όταν ο μαγαζάτορας βγήκε από το εστιατόριο και άρχισε να πηγαίνει προς το λεωφορείο ο Χρήστος άρχισε να … στριφογυρίζει στο κάθισμά του!!
Όταν δε ο μαγαζάτορας άνοιξε την πόρτα του λεωφορείου ο Χρήστος θεώρησε πλέον σίγουρο ότι τον «έπιασαν στα πράσα», και πριν ο μαγαζάτορας προλάβει να πει λέξη, άρχισε να φωνάζει:
– Τι θέλεις, ρε; Ψέματα σου είπαν! Εγώ δεν πήρα τίποτα! Ψέματα σου είπαν!
– Ρε φίλε, μου είπαν ότι …εσύ γνωρίζεις τον Κατσάκη τον οδηγό από τη Φλώρινα και ήθελα να μάθω νέα του.
– Α!!! …………………………………. ουφ!
Κασκαμανίδης Τέλης – Ευγνώμων
(Για όλες αυτές τις όμορφες στιγμές που πέρασα μαζί τους)