H μικρή “Οδύσσεια” ενός Κιουταχιώτη που κατέληξε στην Φλώρινα
Την περασμένη Κυριακή, 22 Μαΐου, στην Φλώρινα και σε όλη την Ελλάδα, τιμήθηκε, με διάφορες εκδηλώσεις η ιερή μνήμη των Ελλήνων του Πόντου από τις τουρκικές ορδές του Κεμάλ Ατατούρκ, την περίοδο 1919 – 1922. Πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες που γνώρισε ο Ελληνισμός στην μακραίωνη ιστορική πορεία του, την Μικρασιατική καταστροφή, όπως έμεινε στην ιστορία. Εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων του Πόντου και άλλων περιοχών της Μικράς Ασίας, σφαγιάσθηκαν από τους Tούρκους και ένα εκατομμύριο εξανδραποδίσθηκαν από τα παράλια και τα βάθη της Μικράς Ασίας, όπου ζούσε και δημιουργούσε επί αιώνες έναν νεώτερο ελληνικό πολιτισμό και σε άθλια κατάσταση εγκαταστάθηκαν στην φτωχή και αιμόφυρτη Ελλάδα.
Η Ελληνική Πολιτεία έκανε ό,τι μπόρεσε για να τους ανακουφίσει και αποκαταστήσει, χρησιμοποιώντας και το υστέρημα ακόμα των πολιτών της. Με αφορμή αυτήν την μαύρη επέτειο της γενοκτονίας των Ποντίων αλλά και της Κιουταχείας και άλλων μαρτυρικών πόλεων της Μικράς Ασίας, δημοσιεύουμε στο “Παράθυρο στο Παρελθόν”, μια αναμνηστική φωτογραφία που ελήφθη στην ?γκυρα, το 1920, μαζί με την μικρή Οδύσσεια ενός Κιουταχιώτη, που ύστερα από περιπετειώδεις περιπλανήσεις εγκαταστάθηκε στην Φλώρινα. Πρόκειται για τρεις Έλληνες της περίφημης Κιουτάχειας, πόλης της κεντρικής Ασίας, πολλοί κάτοικοι της οποίας, μαζί με κατοίκους άλλων γειτονικών πόλεων, μετά τους φοβερούς διωγμούς και τις φοβερές σφαγές ομοεθνών τους, κατέφυγαν και εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα. Είναι εξ αριστερών: Ο Στυλιανός Αγακίδης, ο Γεώργιος Τενεκετζής, του τρίτου, όμως, το όνομα δεν μεταδόθηκε στους επιγόνους.
Εκείνη την εποχή, οι τούρκοι στην προσπάθειά τους να εξοντώσουν το ελληνικό στοιχείο της περιοχής, εξόρισαν στα βαθύτερα μέρη της Μ. Ασίας, μεγάλο αριθμό Κιουταχειωτών, μεταξύ των οποίων και τους τρεις εικονιζομένους στην φωτογραφία μας. Επειδή, όμως, ήσαν γουναράδες το επάγγελμα και τους είχαν ανάγκη, τους εξόρισαν στην ?γκυρα, όπου τους ανέθεσαν την κατασκευή “καλπακιών”, σαν αυτά που αναγκαστικά φορούν οι ίδιοι. Μάλιστα ο Στυλιανός Αγακίδης είχε την τύχη να φτιάξει ένα καλπάκι που το φορούσε ο ίδιος ο Κεμάλ Αττατούρκ, πράγμα που έγινε αφορμή να τον απελευθερώσουν. Με την απελευθέρωσή του, άρχισε, γι΄αυτόν, μια νέα μικρή Οδύσσεια. Πήγε στην Κιουτάχεια για να συναντήσει την οικογένειά του, μα το σπίτι του το βρήκε άδειο. Έξαλλος από την αγωνία άρχισε να ψάχνει για τα βρει την γυναίκα του και τα τέσσερα παιδιά τους, που τα άφησε όταν τον έστειλαν στην εξορία. Ήταν η εποχή, που είχαν φουντώσει οι φοβεροί διωγμοί κατά των χριστιανών Ελλήνων, πράγμα που ανάγκασε την γυναίκα του, Ευανθία, να πάρει τα παιδιά της, τον Χαράλαμπο, μετέπειτα προϊστάμενο των υπηρεσιών του Δήμου Φλωρίνης, την Μαρίκα, σύζυγο μετέπειτα Αναστασίου Κοϊδη, την Ουρανία, μετέπειτα σύζυγο Αναστασίου Θεοδοσίου, που έζησαν στο Τορόντο του Καναδά και την Αγγελική, μετέπειτα σύζυγο Σπύρου Γαλάνη και ύστερα από οδύσσειες περιπλανήσεις, κατάφερε να έλθει στην Ελλάδα και να καταλήξει στην Φλώρινα.
Η αγωνιώδης προσπάθεια του Στυλιανού Αγακίδη για ανεύρεση της οικογενείας του συνεχίσθηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην γύρω περιοχή και τελικά κατάφερε να φθάσει στην Ελλάδα, όπου συνέχισε την αναζήτηση, ξεκινώντας από την Πελοπόννησο, για να καταλήξει στην Θεσσαλονίκη, όπου είχε καταφύγει μεγάλος αριθμός προσφύγων. Στην Θεσσαλονίκη πληροφορήθηκε ότι η οικογένειά του βρίσκονταν στην Φλώρινα, όπου και αμέσως κατέφυγε και συνάντησε την γυναίκα του και τα τέσσερα παιδιά του. Μπορεί ο καθένας να φαντασθεί τις συγκινητικές σκηνές που εκτυλίχθηκαν κατά την συνάντηση. Μαζί με την γυναίκα του Ευανθία, ξαναέστησαν το νοικοκυριό τους στην οδό Δικαστηρίων, πλησίον του Δικαστηρίου και παραπλεύρως των ημιερειπωμένων τώρα παραδοσιακών λουτρών.
Στην Φλώρινα απέκτησε άλλα τρία τέκνα, τον Αλέκο, υπάλληλο – οδηγό του Υγειονομικού Κέντρου Φλωρίνης, τον Βασίλειο, που τερμάτισε την στρατιωτική του υπηρεσία με τον βαθμό του Υποστρατήγου Πυροβολικού και την Κατίνα Φατσέα, νηπιαγωγό. Σήμερα βρίσκονται εν ζωή, μόνον η Αγγελική Γαλάνη και η Κατίνα Φατσέα. Γουναράς, όπως είπαμε, το επάγγελμα ο Στυλιανός Αγακίδης, ξανάρχισε την δουλειά και με σιδερένια θέληση και πεισματική δραστηριότητα, κατάφερε να ορθοποδήσει και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια καλύτερη ζωή για όλα τα παιδιά του.
Την φωτογραφία, η οποία περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Ιστορία του Κοτιαίου (Κιουτάχειας) πόλεως της Κεντρικής Μικράς Ασίας», έκδοση 1960, μας την παραχώρησε ευγενώς καθώς και το πληροφοριακό υλικό του κειμένου, η κ. Κατίνα Αγακίδου – Φατσέα, που είναι εγκατεστημένη στην Θεσσαλονίκη, την οποία και ευχαριστούμε θερμά.