Η ιστορία του μπετόν στην Φλώρινα

Γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης |

Μια τσιμεντούπολη είναι η Φλώρινα, όπως όλες οι σύγχρονες πόλεις. Τσιμέντο παντού. Ένα δομικό υλικό που άλλαξε την εικόνα της πόλης και ξέφυγε από αυτήν που υπήρχε στο παρελθόν. Γερό υλικό το τσιμέντο, και ανέτρεψε τον παλιό τρόπο δόμησης των κτηρίων. Συνδέθηκε με την αντιπαροχή και τις πολυκατοικίες, και κατακρίθηκε. Μας χάρισε όμως άνετες κατοικίες, αλλά και κτήρια που αντέχουν στις φυσικές καταστροφές.

Το τσιμέντο ως οικοδομικό υλικό εμφανίστηκε στην Φλώρινα το 1904, όταν χτίστηκε η οικία Βασιλείου Μπουφλή. Τα μπαλκόνια αυτού του κτηρίου, και μόνο τα μπαλκόνια, κατασκευάστηκαν από τσιμέντο και σίδερα. Το νεοκλασικό αυτό κτήριο υπάρχει και σήμερα και βρίσκεται στον παραποτάμιο δρόμο στο Βαρόσι. Σε αυτό παλαιότερα στεγαζόταν το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Το 1917 κατασκευάστηκε η πρώτη τσιμεντένια πλάκα από τον γαλλικό στρατό για να φτιάξουν το δάπεδο του Γαλλικού Θεάτρου. Το θέατρο αυτό βρισκόταν στα Γιάζι, κάτω από το καφενείο του Τέγου. Κατασκευάστηκε από τετραγωνισμένες πέτρες και το δάπεδό του από οπλισμένο σκυρόδεμα (μπετόν αρμέ). Τμήμα του θεάτρου υπάρχει και σήμερα, μαζί με το τσιμεντένιο δάπεδο.

Μέγαρο Αθανασίου Γούναρη, το πρώτο κτήριο που χτίστηκε με τσιμέντο, την περίοδο 1926-30, στην γωνία των οδών Στεφάνου Δραγούμη Δραγούμη και Νικολάου Χάσου. Το κτήριο υπάρχει και σήμερα. Στη Φωτογραφία η οικογένεια Γούναρη, το 1948. (Αρχείο Ντόρης Κουτουράτσα).

Ήταν η εποχή του νεοκλασικισμού. Τότε που ανεγέρθηκαν πολλά νεοκλασικά σπίτια, από εντόπιους οικοδόμους. Όμως αυτά είχαν ξύλινα πατώματα και καλαμωτή με σοβά στην οροφή. Δεν είχαν καθόλου τσιμέντο, επειδή οι οικοδόμοι δεν το γνώριζαν. Την περίοδο όμως 1926 – 30, χτίστηκε το πρώτο κτήριο με τσιμέντο, ένα τριώροφο κτήριο, στην γωνία των οδών Στεφάνου Δραγούμη και Νικολάου Χάσου. Ονομάστηκε Μέγαρο Γούναρη. Ιδιοκτήτης ήταν ο Αθανάσιος Γούναρης. Πολιτικός μηχανικός ήταν ο Γεώργιος Χατζηνάκος. Τα συνεργεία των οικοδόμων ήταν από την Θεσσαλονίκη. Ήταν το πρώτο κτήριο που χτίστηκε με κολώνες και πλάκες από οπλισμένο σκυρόδεμα. Βέβαια υπήρχαν και μερικοί υποστηρικτικοί πέτρινοι τοίχοι, από την παλιά τεχνική.

Μέγαρο Αθανασίου Γούναρη, το πρώτο κτήριο που χτίστηκε με τσιμέντο, την περίοδο 1926-30, στην γωνία των οδών Στεφάνου Δραγούμη Δραγούμη και Νικολάου Χάσου το 1944. Στο ισόγειο του κτηρίου ήταν εγκατεστημένη εκείνη την περίοδο όπως φαίνεται στη φωτογραφία η Τράπεζα της Ελλάδος. (Συλλογές ebay).

Λίγο πριν και λίγο μετά το 1930, κατασκευάστηκαν πολλά νεοκλασικά και εκλεκτικιστικά δημόσια κτήρια στην Φλώρινα. Το 4ο Δημοτικό Σχολείο (Παιδαγωγική Ακαδημία), η Εθνική Τράπεζα, η Γεωργική Σχολή, η Οικοκυρική Σχολή, και το Νοσοκομείο. Τα σχέδια αυτών των κτηρίων εκπονούνταν στην Αθήνα, με συγκεκριμένες προδιαγραφές. Οι τοίχοι ήταν πέτρινοι και στους πιο πάνω ορόφους από συμπαγή τούβλα, ενώ τα δάπεδα από οπλισμένο σκυρόδεμα (μπετόν αρμέ). Τα συνεργεία της Φλώρινας όμως δεν γνώριζαν την τεχνική του τσιμέντου. Γι αυτόν τον λόγο οι εργολάβοι έφερναν συνεργεία για το τσιμέντο από την Θεσσαλονίκη. Κοντά σε αυτούς άρχισαν και οι Φλωρινιώτες οικοδόμοι να μαθαίνουν το τσιμέντο. Τότε χτίστηκαν και μερικές κατοικίες με τσιμεντένια δάπεδα, όπως το Μέγαρο του Αθανασίου στην οδό Ταγματάρχου Ναούμ, η οικία Αναστασίου Χατζηχρίστου στην οδό Καπετάν Βαγγέλη και μερικά άλλα. Σε αυτά τα κτήρια τοποθετούσαν τσιμεντένια σκαλοπάτια καλυμμένα με μωσαϊκό, σε εσωτερικές και εξωτερικές σκάλες. Τα τσιμεντένια σκαλοπάτια κατασκευάζονταν στο εργαστήριο του Βασίλη Σεντέζη, στην οδό Νικολάου Χάσου.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, το τσιμέντο και τα μυστικά του δεν ήταν γνωστά στους μηχανικούς του Δήμου Φλώρινας. Όταν ο Δήμαρχος Παντελής Παπαθανασίου αποφάσισε να κάνει τις γέφυρες και τα γεφυράκια του ποταμού από τσιμέντο, τα γεφυράκια κουνιόταν, σαν τραμπάλες, όταν περνούσε κάποιος από το γεφυράκι. Αλλά και οι μεγάλες γέφυρες είχαν προβλήματα, όταν περνούσαν φορτωμένα φορτηγά. Επίσης ένα ακόμη γεγονός, που από τύχη δεν θρηνήσαμε νεκρούς, ήταν η κατάρρευση της τσιμεντένιας οροφής του κινηματογράφου «Αγγέλικα», μέρα μεσημέρι, στις 10 Φεβρουαρίου 1956, εορτή του Αγίου Χαραλάμπους. Η κατάρρευση οφειλόταν στην κακή κατασκευή της οροφής.

Οι Φλωρινιώτες οικοδόμοι έμαθαν αρκετά, σχετικά με τον τρόπο δόμησης με τσιμέντο, μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς του Βόλου, το 1955. Τότε πολλά συνεργεία οικοδόμων από την Φλώρινα εργάστηκαν εκεί και έμαθαν να καλουπώνουν τις κολώνες και τις πλάκες. Ήταν μια καλή εμπειρία γι αυτούς.

Το 1956, άρχισε να χτίζεται ένα τριώροφο κτήριο από μπετόν, στην γωνία των οδών Παύλου Μελά και Αρχιμανδρίτου Παπαθανασίου, όπου κάποτε στεγαζόταν το ζαχαροπλαστείο «Ολύμπιον». Ιδιοκτήτης ο Αθανάσιος Γούναρης. Το κτήριο αυτό ήταν το πρώτο κτήριο, που χτίστηκε αποκλειστικά με οπλισμένο σκυρόδεμα. Λίγο αργότερα, δίπλα χτίστηκε και ο κινηματογράφος «Ολύμπιον», που η οροφή του ήταν από τσιμέντο. Λίγο πριν και λίγο μετά το 1960, χτίστηκαν με μπετόν η Τράπεζα της Ελλάδος, ο κινηματογράφος και το ξενοδοχείο «Ελληνίς», το ξενοδοχείο «Ξενία», το κτήριο του ΟΤΕ, που ήταν το πιο τέλειο σχετικά με την μελέτη και τα υλικά, και το 1966 άρχισε να χτίζεται το ξενοδοχείο «Λύγκος», το πρώτο εξαώροφο κτήριο της Φλώρινας.

Στο τέλος της δεκαετίας του 1960, η αντιπαροχή εφαρμόστηκε και στην Φλώρινα. Οι μονοκατοικίες κατεδαφίστηκαν και μαζί με τις αυλές τους έγιναν οικόπεδα για να χτιστούν πολυκατοικίες. Η αντιπαροχή όμως ήταν κάτι καινούργιο, που φόβιζε τον κόσμο. Μέχρι τότε αγόραζε κάποιος ένα οικόπεδο και έχτιζε το σπιτάκι του. Η αντιπαροχή ήταν κάτι σύνθετο και ασυνήθιστο, καθώς στο ίδιο οικόπεδο υπήρχαν αρκετά διαμερίσματα ξεχωριστής ιδιοκτησίας.

Η αντιπαροχή εφαρμόστηκε αρχικά στο κέντρο της πόλεως, επειδή το σχέδιο πόλεως δεν είχε επεκταθεί πιο πέρα, παρόλο που υπήρχαν σπίτια και γειτονιές από τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Στα χρόνια της επταετίας ο Δήμαρχος Γεώργιος Αργυρόπουλος ανέθεσε την επέκταση του σχέδιο πόλεως στην οδό Δήμητρας (Σκάρμπορο) και χτίστηκαν αρκετές πολυκατοικίες στην Λεωφόρο Νίκης. Η επέκταση για δόμηση με αντιπαροχή έγινε στα πλαίσια του «Γαλλικού Χάρτη», που εκπονήθηκε το 1919. Σχετικά με τον αριθμό ορόφων ίσχυε ο ΓΟΚ του 1953, που έδινε ορόφους ανάλογα με το πλάτος του δρόμου. Στην πόλη μπορούσε κανείς να χτίσει μέχρι πέντε ορόφους. Στο κέντρο χτίστηκαν αρκετές πολυκατοικίες και τα διαμερίσματα τα αγόραζαν κυρίως δημόσιοι υπάλληλοι, επειδή αυτοί έπαιρναν στεγαστικό δάνειο, από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ενώ τα μαγαζιά του κέντρου τα αγόραζαν οι μετανάστες που εργάζονταν στην Δυτική Γερμανία. Πολλοί προτιμούσαν τα διαμερίσματα, επειδή είχαν μπάνιο και κεντρική θέρμανση. Η ζήτηση διαμερισμάτων αυξανόταν και η αντιπαροχή συνεχιζόταν.

Οι οικοδόμοι με φτυάρια ανακάτευαν το τσιμέντο με την άμμο στον δρόμο και άλλοι κουβαλούσαν στους ώμους τον τενεκέ με την λάσπη, το πηλοφόρι, ανεβαίνοντας αρκετούς ορόφους ψηλά. Η ποιότητα του τσιμέντου όμως βελτιώθηκε αργότερα, το 1978, όταν ο Ρόμπης έφερνε το τσιμέντο με μπετονιέρες. Στον δρόμο δούλευαν και οι σιδεράδες οπλισμού, όπου τέντωναν τα σίδερα, τα έκοβαν και τα συνέδεαν με σύρμα.

Οι παλιοί μηχανικοί δεν γνώριζαν καλά τα μυστικά του τσιμέντου. Η έρευνα όμως συνεχίστηκε και οι μελέτες βελτιώθηκαν. Μηχανικοί με περισσότερες γνώσεις ανέλαβαν την ανοικοδόμηση της πόλης. Οι πρώτοι πολιτικοί μηχανικοί που ασχολήθηκαν με τις πολυκατοικίες ήταν ο Άλκης Μουρατίδης, ο Στέφανος Σιούτης, ο Ζήσης Κούλης, ο Παντελής Χρηστίδης, ο Βασίλειος Καλαούζης και άλλοι, που είχαν σπουδάσει σε γερμανικά πολυτεχνεία. Λίγο αργότερα νέοι πολιτικοί μηχανικοί από ελληνικά πολυτεχνεία έκαμναν μελέτες για πολυκατοικίες. Ήταν ο Αναστάσιος Βασιλείου, ο Χαράλαμπος Μποντζίδης, ο Ιωάννης Μπραγιάννης, ο Ιωάννης Δουδούμης, ο Παναγιώτης Σιάκος, ο Αναστάσιος Ναλπανίδης, ο Γεώργιος Κωντσαντάκος και άλλοι.

Επίσης οι αρχιτέκτονες: Γεώργιος Νεδελκόπουλος, Βιολέτα Χριστοπούλου, Ιωάννης Παπαϊωάννου και άλλοι. Καθώς και οι υπομηχανικοί του Μικρού Πολυτεχνείου, όπως ο Λεωνίδας Θεοδοσίου, ο Βασίλειος Οικονομίδης, ο Νικόλαος Φρασάρης, ο Δημήτριος Στύλου, ο Δημήτριος Ρίζος, Ο Αντώνης Σκεπαστίδης, ο Χαράλαμπος Μαρκόπουλος, ο Νικόλαος Στοϊνίτσης και άλλοι. Οι μελέτες και η ποιότητα του τσιμέντου και των σίδερων βελτιώθηκαν, καθώς οι πολυκατοικίες που χτίζονταν με αντιπαροχή έδιναν δουλειά σε όλους.

Η αντιπαροχή, αν και έλυσε πολλά προβλήματα, δημιούργησε άλλα τόσα. Ο αριθμός των ορόφων ενοχλούσε όσους έμεναν στα χαμηλά σπίτια και ευχαριστούσε τους εργολάβους που κέρδιζαν από τους επιπλέον ορόφους. Το θέμα συζητήθηκε στο δημοτικό συμβούλιο, επί Δημάρχου Αναστασίου Σούλα το 1976. Πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου ήταν ο πολιτικός μηχανικός Αναστάσιος Βασιλείου, ο οποίος πρότεινε να επεκταθεί το σχέδιο πόλεως πέρα από το κέντρο της πόλης και πέρα της οδού Δήμητρας. Οι νέες πολυκατοικίες που θα χτίζονται στην επέκταση του σχεδίου πόλεως, να έχουν τρεις ορόφους. Όλοι αντέδρασαν στην πρόταση του Τάσου Βασιλείου, και όταν αυτός έμεινε μόνος απέσυρε την πρότασή του, ώστε η απόφαση για τους ορόφους να είναι ομόφωνη. Τότε χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία σχετικά με το ύψος και την εμφάνιση των νέων κτηρίων, καθώς οι δημοτικοί σύμβουλοι μόνο τα οικονομικά οφέλη της αντιπαροχής είχαν στον νου τους. Το 1978 όμως με Προεδρικό Διάταγμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνου Τσάτσου μειώθηκε σε όλη την Ελλάδα ο συντελεστής δόμησης, και το 1983, επεκτάθηκε το σχέδιο πόλεως με τον νόμο του Αντώνη Τρίτση, υπουργού ΥΠΕΧΩΔΕ.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, καταγράφηκαν, από το ΥΠΕΧΩΔΕ, όλα τα παλιά σπίτια και τα περισσότερα από αυτά χαρακτηρίστηκαν διατηρητέα. Αργότερα, το 2003, ο υφυπουργός Πολιτισμού, Γεώργιος Λιάνης, χαρακτήρισε το κέντρο πόλεως, ως ιστορικό κέντρο. Τα παλιά σπίτια χαρακτηρίστηκαν, ως μνημεία. Οι ιδιοκτήτες των παλιών σπιτιών δεν μπορούν πια να αξιοποιήσουν τις περιουσίες τους. Η εικόνα του ιστορικού κέντρου είναι άθλια. Παλιά ερειπωμένα σπίτια και άκομψες πολυκατοικίες, δίπλα, δίπλα, χαρακτηριστική εικόνα του ιστορικού κέντρου της Φλώρινας.
Το τσιμέντο και η αντιπαροχή έλυσαν πολλά προβλήματα και κυρίως κληρονομικά.

Όμως η εικόνα της πόλης μας άλλαξε, από αυτήν την άναρχη ανοικοδόμηση. Αν οι Δήμαρχοι της Φλώρινας και τα δημοτικά συμβούλια δεν έπαιρναν επιπόλαιες αποφάσεις σχετικά με το ύψος των πολυκατοικιών, η Φλώρινα μετά την αντιπαροχή θα παρουσίαζε καλύτερη εικόνα. Η πανέμορφη Φλώρινα με τα σπίτια του Μεσοπολέμου χάθηκε, αφού επικράτησε το μπετόν. Δεν φταίει το τσιμέντο. Και με αυτό το υλικό κατασκευάζονται καλαίσθητα κτήρια. Φταίνε οι αποφάσεις κάποιων, που απέβλεπαν μόνο στα οικονομικά κέρδη και όχι στην ομορφιά της πόλης μας. Το σύνθημα: «δώστε ορόφους, από την τσέπη σας τους δίνετε;» φανερώνει την διάθεση για πλουτισμό και όχι βελτίωση και εξωραϊσμό της πόλης μας.

Διαβάστε επίσης...
Shares

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Translate »