Το καφενείο των Μπουνταλάδων της Φλώρινας το 1961
Γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης |
Η ιστορία των Μπουνταλάδων αρχίζει σε ένα καφενείο, που βρισκόταν στην οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ένα καφενείο μέσα στα πολλά εμπορικά καταστήματα. Ήταν το καφενείο των εμπόρων. Εκεί οι καταστηματάρχες έπιναν το καφέ τους, έπαιζαν χαρτιά και απολάμβαναν τις ώρες, όταν τα καταστήματα ήταν κλειστά. Πλούσιοι άνθρωποι, επειδή τότε υπήρχε μεσαία τάξη με καλά εισοδήματα και τον δικό της τρόπο ζωής.
Το καφενείο αυτό άνοιξε, το 1946, από τον Κωνσταντίνο Μπέλλη και από την αρχή έγινε το καφενείο των εμπόρων. Ο Μπέλλης το είχε ονομάσει «Καφενείον η Πρόοδος», και σε αυτό έγιναν οι πρώτες προσπάθειες, από τους θαμώνες του καφενείου να επεκταθούν σε άλλες δραστηριότητες, εντός και εκτός της πόλης. Ο Μπέλλης όμως είχε άδοξο τέλος, επειδή σκοτώθηκε, όταν γλίστρησε στο χιόνι έξω από το καφενείο του, την ώρα που πήγαινε καφέδες με τον δίσκο στα γειτονικά μαγαζιά.
Μετά τον θάνατο του Μπέλλη το καφενείο το πήρε ο Στέργιος Μπέλκας, περίπου το 1957. Οι θαμώνες του ήταν οι ίδιοι. Μάλιστα πρότειναν στον καφετζή να αλλάξει και την επωνυμία του καφενείου, καθώς ο άτυπος σύλλογος των εμπόρων ήταν έτοιμος για δράση. Ο Γεώργιος Τσώτσος, υαλοπώλης και Πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου, ο Σταύρος Ραδίσης, έμπορος ρούχων, ο Βασίλειος Γιαννόπουλος, καφεκόπτης, και άλλοι πρότειναν να ονομαστεί ο σύλλογος «Των Μπουνταλάδων» με έδρα το καφενείο. Η πρόταση έγινε δεκτή και κατέβασαν την παλιά ταμπέλα. Η νέα ταμπέλα έγραφε «Καφενείον των Μπουνταλάδων». Ήταν το 1958.
Οι έμποροι άρχισαν να δραστηριοποιούνται. Επικοινωνούσαν με τις βιοτεχνίες και τα εργοστάσια της Θεσσαλονίκης και αυτοί τους έστελναν δωρεάν παλιά εμπορεύματα. Ο Σταύρος Ραδίσης έφερνε διάφορα ρούχα, ο Μενέλαος Καλυβιάνος εσώρουχα και πουκάμισα. Το ίδιο και οι άλλοι έμποροι.
Τα Χριστούγεννα του 1958, οι Μπουνταλάδες μοίρασαν 82 δέματα σε φτωχές οικογένειες. Επίσης συγκέντρωναν χρήματα και αγόραζαν καυσόξυλα από τα Άλωνα, την Δροσοπηγή και το Φλάμπουρο. Ήταν καυσόξυλα για να περάσουν τον χειμώνα οι φτωχές οικογένειες της πόλης μας. Αυτό ήταν το φιλανθρωπικό μέρος του συλλόγου των Μπουνταλάδων, που συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια.
Μέσα στις δραστηριότητές τους ήταν και τα γλέντια. Κάθε χρόνο έκοβαν βασιλόπιτα και ο εκάστοτε Δήμαρχος Φλώρινας γινόταν επίτιμος Πρόεδρος του συλλόγου. Οι Μπουνταλάδες αναβίωναν κάθε χρόνο τον χωριάτικο γάμο, την Καθαρά Δευτέρα, στο χωριό Νίκη. Εκεί γλεντούσαν όλη την ημέρα με τσίπουρο, κρασί και νηστήσιμα μεζεδάκια. Συχνά γλεντούσαν σε ταβέρνες της πόλης μας και κάθε ημέρα, στις ελεύθερες ώρες τους, ήταν στο καφενείο των Μπουνταλάδων για καφέ και για χαρτιά.
Ο σύλλογος των Μπουνταλάδων είχε και μια πολιτική διάσταση. Όλοι ήταν φίλοι, ψηφοφόροι και οπαδοί του Δημήτρη Μακρή, υπουργού Εσωτερικών στην κυβέρνηση της ΕΡΕ. Ο Μακρής εκλεγόταν στην Φλώρινα. Κάθε φορά που ερχόταν από την Αθήνα, επισκεπτόταν το καφενείο των Μπουνταλάδων, για να συναντήσει και να συζητήσει με τους ψηφοφόρους του. Προεκλογικά μάλιστα στο καφενείο των Μπουνταλάδων γίνονταν όλοι οι σχεδιασμοί σχετικά με τις εξορμήσεις στα χωριά του νομού Φλώρινας. Οι θαμώνες του καφενείου των Μπουνταλάδων ήταν παρόντες σε κάθε πολιτική εκδήλωση του Δημήτρη Μακρή.
Παρακάτω ενδεικτικά αναφέρονται μερικά ονόματα μελών του συλλόγου των Μπουνταλάδων, στις αρχές της δεκαετίας του 1960: Τσώτσος Γ., Ραδίσης Σ., Καλυβιάνος Μεν., Μόμτσης Κ., Χατζηλίας Π., Χαλάτσης Π., Αϊβαζόγλου Π., Καρόζης Ι., Θεοδοσίου Γ., Δαμούσης Ι., Πιτόσκας Π., Παπαγούνας Σ., Κωνσταντάκος Σ., Κουτουράτσας Σ., Καλυβιάνος Σ., Γιαννόπουλος Β., Βασιλείου Β., Παπαθεοδώρου Θ., Λουκίδης Δ., Ντούλης Δ., Καρόζης Σ., Τυρπένου Β., Τσουλιάς Ι., Πούσκας Θ., Τσάπανος Σ., Μπέλκας Σ., Μπίου Ευαγ., Πιτόσκας Γ., Δίμπας Σ., Χρήστος Νικολάου, Πέπης Ν. και πολλοί άλλοι.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, ο καφετζής Στέργιος Μπέλκας μετανάστευσε στην Γερμανία. Το καφενείο το ανέλαβε ο Βασίλης Ρούφας για μικρό χρονικό διάστημα και αργότερα ο Παναγιώτης Χατζηλίας, μέχρι το 1974 περίπου, που έκλεισε για πάντα το καφενείο των Μπουνταλάδων.
Ο σύλλογος είχε αρχίσει να ατονεί από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, επειδή τα παλιά μέλη είχαν κουραστεί. Το 1968, συνέχισαν τις δραστηριότητες του παλιού συλλόγου, οι Νέοι Μπουνταλάδες, με Πρόεδρο τον Μενέλαο Καλυβιάνο, Γενικό Γραμματέα τον Πέτρο Βόσδου, Δημοσίων Σχέσεων τον Ευάγγελο Πιτόσκα και Μέλη τον Πέτρο Σβίρο και τον Βασίλειο Σιάπα. Τα μέλη του συλλόγου έφτασαν τους 60 περίπου και η εγγραφή τους γινόταν προφορικά.
Οι Νέοι Μπουνταλάδες είχαν καθιερώσει να κάνουν κάθε χρόνο ένα αποκριάτικο χορό. Άρχισαν από το τουριστικό περίπτερο της Νίκης, μετά στον Τροπαιούχο, στο Ξενία στο ΦΟΟΦ. Συνολικά έκαναν 26 χοροεσπερίδες. Με τα χρήματα που συγκέντρωναν αγόραζαν στολές ευζώνων και τις δώριζαν σε διάφορα σχολεία των χωριών της Φλώρινας. Στον Λαιμό Πρεσπών δώρισαν φόρμες γυμναστικής Στην δεκαετία του 1990, όλες οι δραστηριότητες ατόνησαν και με την πάροδο του χρόνου οι Νέοι Μπουνταλάδες πέρασαν στο παρελθόν.
Μερικά περιστατικά θα μείνουν για πάντα στις μνήμες των Φλωρινιωτών. Σε έναν αποκριάτικο χορό των Μπουνταλάδων ήταν καλεσμένος και ένας αξιωματικός της Χωροφυλακής με την σύζυγό του η οποία φορούσε γούνα. Η γυναίκα έδωσε την γούνα στο βεστιάριο. Οι Μπουνταλάδες την πήραν και την τύλιξαν και την έκαναν δέμα. Στο τέλος του χορού, και όταν άρχισαν να κληρώνονται τα λαχεία, ένας Μπουνταλάς είδε κρυφά τον αριθμό του λαχείου της γυναίκας του αξιωματικού. Συνεννοημένοι φώναξαν το νούμερο, αφού προηγουμένως είχαν ανακοινώσει ότι το δώρο ήταν μια γούνα. Η γυναίκα πετάχτηκε από την χαρά της. Έτρεξε να πάρει την γούνα, αλλά στο τέλος διαπίστωσε ότι ήταν η δική της γούνα που είχε αφήσει στο βεστιάριο. Γέλια πολλά από τα έξυπνα αστεία των Μπουνταλάδων.
Σε ένα άλλον χορό βάλανε σε χαρτοκιβώτιο τον Χρηστάκη, γνωστός ως Μαρκεζίνης. Κληρώθηκε το λαχείο, δηλαδή μια τηλεόραση. Ο τυχερός άνοιξε το χαρτοκιβώτιο για να δει την τηλεόραση, αλλά αντί αυτής βρήκε τον Μαρκεζίνη με την γλώσσα από έξω. Πολλά ήταν τα έξυπνα αστεία των Μπουνταλάδων στους αποκριάτικους χορούς που οργάνωναν κάθε χρόνο.
Τέλος ένα άλλο περιστατικό φανερώνει την διάθεση των εμπόρων για χιούμορ. Κάποιοι ξένοι περπατούσαν στον Κεντρικό δρόμο. Σταμάτησαν όταν είδαν την ταμπέλα που έγραφε «Καφενείον των Μπουνταλάδων». Κοιτούσαν την ταμπέλα με απορία. Ο Πρόεδρος, ο Γεώργιος Τσώτσος που ήταν μέσα στο καφενείο τούς είδε και βγήκε έξω να δώσει εξηγήσεις και να λύσει τις απορίες τους. Τότε απευθύνθηκε στους ξένους και είπε την ιστορική φράση: «Ακούστε κύριοι, στην Φλώρινα, άλλοι λίγο άλλοι πολύ, όλοι Μπουνταλάδες είμαστε».
Δημήτρης Μεκάσης